αδελφόπουλο

αδελφόπουλο
Μικρό νησί των βόρειων Σποράδων, κοντά στα μικρά νησιά Αδέλφια. Κοντά στο Α. βρίσκεται ο ύφαλος Κάμπριαν σε βάθος περίπου 5,5 μ.
* * *
και αδερφόπουλο, το (θηλ. αδελφοπούλα και αδερφοπούλα) [αδελφός]
1. μικρός αδελφός ή αδελφή
2. αδελφός ή αδελφή οποιασδήποτε ηλικίας, χαϊδευτικά.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Alonissos — Gemeinde Alonnisos Δήμος Αλοννήσου (Αλόννησος) DEC …   Deutsch Wikipedia

  • Alonnisos — Gemeinde Alonnisos Δήμος Αλοννήσου (Αλόννησος) …   Deutsch Wikipedia

  • Nördliche Sporaden — (Βόρειες Σποράδες) Lage der Inseln Gewässer Ägäisches Meer …   Deutsch Wikipedia

  • αδελφός — ο (Α ἀδελφός) (και επίθ. ός, ή, ό(ν), Ν και αδερφός) Ι. ουσ. 1. αυτός που έχει με κάποιον άλλο την ίδια μητέρα 2. αυτός που έχει κοινούς και τους δύο γονείς με κάποιον άλλο ή κοινό τον ένα μόνο από αυτούς 3. αυτός που ανήκει στο ίδιο έθνος ή στην …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”